Τίποτα δεν είναι όπως πριν.
Τίποτα δεν είναι ίδιο. Ένας Νοέμβρης σαν Μάρτης. Αυτό το «σαν» τα αλλάζει όλα.
Κι ένας ήλιος που έχει χάσει το μπούσουλα του χρόνου. Μόνο αυτός είναι ίδιος.
Κούραση, ανησυχία, θυμός.
Για όσα δεν έγιναν, στο όνομα της οικονομίας. Για αυτούς που είναι έτοιμοι να αναμασήσουν δικαιολογίες. Για αυτούς που έκαναν σα να μην τρέχει τίποτα. Για όλα όσα με βάζουν ξανά στη θέση του μαλάκα. Σκάσε και κλείσου, δεν έχεις επιλογή. Ναι αυτό. Χωρίς επιλογές. Αυτοί όμως είχαν επιλογές. Διάλεξαν να κάνουν τα χατίρια που τους ταιριάζουν. Της TUI, των υπηρετών του τουρισμού (operators τους λένε), των εφοπλιστών του Αιγαίου, των ιδιωτικών κλινικών, του ιερατείου, των κολλητών, των μαφιόζων που πουλάνε προστασία σε μαγαζιά και τα αφήνουν στο απυρόβλητο, τίγκα στον κόσμο. Και μας άφησαν πτωχευμένους, κλεισμένους, άφωνους. Πού θα πάει αυτός ο θυμός; Ποιον θα βουλιάξει; Ποιον θα ρουφήξει; Ποιον θα κανακέψει;
Χθες ατελείωτες ώρες με τους συναδέλφους, όλοι μαζί και ανά δύο, να ψάχνουμε πάλι κουμπιά στις πλατφόρμες, να δοκιμάζουμε μικρόφωνα και κάμερες, να προσπαθούμε να δούμε τι αναβαθμίστηκε από την άνοιξη. Τίποτα. Όλα ίδια αυτά που έπρεπε να βελτιωθούν. Στα είκοσι άτομα τα μικρόφωνα ρετάρουν, οι κάμερες αρνούνται, τα δίκτυα εκτός πόλης είναι για πλάκα. Θα έχει πάλι πολύ κλάμα από Δευτέρα. Μόνο που τώρα πρέπει να βάλεις και απουσίες. Σε ποιον ακριβώς; Στο ολόγραμμα ενός μαθητή, μιας μαθήτριας που δεν τους ανοίγει το μικρόφωνο, δεν μπορεί να παρέμβει και αφήνει το γάμο στη μέση, γιατί δεν αντέχει άλλο να βαριέται; Έχετε βαρεθεί ποτέ στο σχολείο; Πού να δείτε στο εικονικό σχολείο.
Όλα θα τα κάνουμε, για να μην έχει κανένας να λέει, εύκολη στις μέρες μας η πολεμική, πολλοί οι καραδοκούντες να τα φορτώσουν όλα σε μας. Προπάντων όμως θα τα κάνουμε για τις δέκα ψυχές που την Παρασκευή, όταν αποχαιρετιόμασταν, μας κοίταζαν σαν να λέγανε κάντε κάτι να φύγει αυτή η χρονιά πιο εύκολα, πιο ευχάριστα. Πού να τους πω ότι δεν μου περισσεύουν χρονιές που να φεύγουν;
Εντάξει, ακούω τον αντίλογο: πάρτο αλλιώς, μην αφήνεις την απαισιοδοξία να σε βουλιάξει, κρατήσου, πρέπει να το βγάλουμε πέρα. Τα ξέρω αυτά. Όλοι τα ξέρουμε κι από αυτά θα κρατηθούμε: από τις διαδικτυακές καλημέρες και καληνύχτες, από τις φωτογραφίες μαγειρικής, από τις μουσικές, τις ταινίες, τις σειρές, τις παραμελημένες δουλειές, τις αρμένικες τηλεφωνικές κουβέντες, τον ύπνο, τα νούμερο 6 και ξανά 6 και πάλι 6. 666 ο αριθμός του παραδείσου.
Όμως τώρα απλά περιμένουμε το επόμενο λοκντάουν, που ξέρουμε ότι θα έρθει, τις επόμενες δικαιολογίες των «άχρηστων» για όσα πάλι δε θα έχουν γίνει, τις επόμενες λίστες Πέτσα, τις επόμενες λίστες θανάτου. Και οχυρωνόμαστε να μην μπει ο ιός στο σπίτι μας. Κι έτσι κρατάμε απέξω όλα όσα θα θέλαμε να μπουν. Τους αγαπημένους, τους φίλους, τις αγκαλιές, τα τσουγγρίσματα, τα γέλια, τα τραγούδια.
Μέχρι να έρθει η Άνοιξη και να μας ξεκουνίσει.