Την ώρα που η χώρα, μετά από μια δεκαετία κρίσης, προσπαθεί ακόμη να σταθεί στα πόδια της, και ενώ οι πολίτες αναζητούν πολιτική σοβαρότητα και στοιχειώδη αίσθηση ευθύνης από τα κόμματα και τα πρόσωπα που κυβέρνησαν και κυβερνούν, εμφανίζεται ο κ. Νίκος Χριστοδουλάκης, πρώην υπουργός Οικονομικών του ΠΑΣΟΚ, να ανασύρει το γνωστό αφήγημα περί «εναλλακτικής διαδρομής» το 2010, ουσιαστικά αναπαράγοντας, αν όχι αντιγράφοντας, την προσφιλή ρητορική της Νέας Δημοκρατίας για το πώς η Ελλάδα μπήκε στο πρώτο μνημόνιο.
Η τοποθέτηση του κ. Χριστοδουλάκη δεν είναι απλώς λανθασμένη ή πολιτικά άτοπη. Είναι επικίνδυνη, αποδομητική και βαθιά προσβλητική. Και κυρίως, πρόκειται για ένα ξαναζεσταμένο πιάτο ιστορικού αναθεωρητισμού, που επιχειρεί να αποσιωπήσει τις τεράστιες ευθύνες της κυβέρνησης Καραμανλή (2004–2009), δηλαδή της Νέας Δημοκρατίας, για το δημοσιονομικό εκτροχιασμό που οδήγησε με μαθηματική ακρίβεια την Ελλάδα στην πόρτα των δανειστών.
Αλήθεια, ποιον εξυπηρετεί αυτή η “έκλαμψη αλήθειας”, όπως θα ήθελε ίσως να την παρουσιάσει ο ίδιος; Την ιστορική καταγραφή; Τον ελληνικό λαό; Το ΠΑΣΟΚ που τον ανέδειξε; Ή μήπως εκείνους που προσπαθούν απεγνωσμένα να ξεπλύνουν την πενταετία Καραμανλή για εκείνα που έρχονται, φορτώνοντας τα πάντα σε εκείνους που, με αίσθημα πατριωτικής ευθύνης, έβαλαν πλάτη το 2010 για να μη χρεοκοπήσει η χώρα; Γιατί τώρα;
Ο κ. Χριστοδουλάκης φαίνεται να ξεχνά ή να αποσιωπά σκοπίμως τα πραγματικά δεδομένα της περιόδου. Η Ελλάδα δεν μπήκε στο μνημόνιο επειδή το επέλεξε το ΠΑΣΟΚ. Μπήκε επειδή παραδόθηκε μια χώρα με έλλειμμα 15,1% του ΑΕΠ και χρέος εκτός ελέγχου. Ας ρωτήσει τον Φίλιππο Σαχινίδη και τον Γιώργο Παπακωνσταντίνου. Και αυτή η παράδοση έγινε από τη Νέα Δημοκρατία, την οποία σήμερα, με τα λεγόμενα του, ο κ. Χριστοδουλάκης ουσιαστικά απαλλάσσει.
Η στάση του, εκτός από πολιτικά αβάσιμη, είναι και βαθιά προσβλητική για τους χιλιάδες ανθρώπους του ΠΑΣΟΚ, από βουλευτές μέχρι απλά στελέχη, που το 2010 βρέθηκαν μπροστά στην πιο επώδυνη απόφαση μετά τη Μεταπολίτευση, να σώσουν τη χώρα με πολιτικό κόστος δυσθεώρητο. Και το πλήρωσαν. Με διασυρμούς, απειλές, απώλεια εξουσίας, διάλυση του κόμματος. Όμως άντεξαν. Και δεν λιποτάκτησαν.
Αυτή η συλλογική προσπάθεια του ΠΑΣΟΚ και του Γιώργου Παπανδρέου δεν μπορεί να αδειάζεται τόσο επιπόλαια και αλαζονικά από έναν πρώην υπουργό που είχε ευθύνη διαχείρισης την κρίσιμη περίοδο 2001–2004 και θα όφειλε πρώτος να απολογείται για τις επιλογές και τις αστοχίες της δικής του θητείας, όχι να παριστάνει τον τιμητή.
Ακόμη πιο προβληματικό είναι ότι αυτή η τοποθέτηση έρχεται σε μια χρονική στιγμή που το ΠΑΣΟΚ, παρά την ανθεκτικότητα του, εξακολουθεί να κινείται σε χαμηλά ποσοστά. Γιατί; Διότι τέτοιες φωνές και τέτοια στελέχη, αντί να υπηρετούν την ενότητα και τη συλλογική προσπάθεια, λειτουργούν ως εσωτερικά αναχώματα της συντήρησης και της αδράνειας. Την ώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση και η Νέα Δημοκρατία καταρρέει δημοσκοπικά, με σημαντικές δημοσκοπικές απώλειες, κάποιοι βρίσκουν ευκαιρία όχι να χτίσουν, αλλά να υπονομεύσουν και να προετοιμάσουν εκείνα που έρχονται.
Ας είμαστε ξεκάθαροι: Όποιος σήμερα υιοθετεί το αφήγημα ότι «υπήρχε και άλλος δρόμος» το 2010, χωρίς να κατονομάζει και να καταγγέλλει την εγκληματική διαχείριση της πενταετίας Καραμανλή, είναι είτε αφελής είτε συνεργός σε μια επιχείρηση πολιτικής αθώωσης της Δεξιάς. Και εφόσον μιλάμε για έναν έμπειρο πολιτικό και καθηγητή, η αφέλεια δεν μπορεί να θεωρείται σοβαρή εξήγηση.
Το ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί και δεν πρέπει να αφήσει τέτοιες δηλώσεις αναπάντητες. Αν θέλει να ξαναγίνει κόμμα εξουσίας, οφείλει να υπερασπιστεί ξεκάθαρα την ιστορία του, να τιμήσει τις θυσίες των στελεχών του και να διαχωρίσει τη θέση του από όσους παριστάνουν τους «ουδέτερους παρατηρητές» της Ιστορίας, ενώ στην πραγματικότητα δρουν ως η «πέμπτη φάλαγγα» της συντηρητικής παράταξης.
Αυτό που χρειάζεται η παράταξη δεν είναι άλλη μια γενιά πολιτικών που λένε στους πολίτες ότι «έπρεπε να το κάνουμε αλλιώς», αλλά μια γενιά που έχει το θάρρος να πει: «Κάναμε ό,τι χρειαζόταν για να σωθεί η πατρίδα, την σώσαμε και δεν ντρεπόμαστε για αυτό». Αυτή η αλήθεια είναι το μόνο θεμέλιο πάνω στο οποίο μπορεί να ξαναχτιστεί η εμπιστοσύνη του λαού.
Και αυτή την αλήθεια δεν θα την χαρίσουμε σε κανέναν κ. Χριστοδουλάκη.