“Αποδώστε στους δήμους το μισό τέλος διανυκτέρευσης”, κάλεσε την κυβέρνηση ο Στ. Πουλημένος, στην ομιλία του στο επίσημο γεύμα της 21ης Μαΐου, στο οποίο παραδοσιακά ο εκάστοτε δήμαρχος απευθύνει αιτήματα προς την κυβέρνηση, δια μέσω του εκπροσώπου της που παρευρίσκεται στο γεύμα. Με τον Υφυπουργό Στέφανο Γκίκα να απαντά ότι θα δοθεί κομμάτι του τέλους κρουαζιέρας, αλλά και ότι θα μεταφέρει το αίτημα στους αρμόδιους υπουργούς…
Την απόδοση στους δήμους του 50% του τέλους διανυκτέρευσης, ώστε να καλυφθούν οι αυξημένες υποχρεώσεις που προκαλεί ο τουρισμός, απαίτησε απόι την κυβέρνηση ο δήμαρχος Κεντρικής Κέρκυρας Στέφανος Πουλημένος κατά τη διάρκεια του επίσημου γεύματος για την επέτειο της Ένωσης των Επτανήσων με την Ελλάδα, στις 21 Μαΐου, για αν χειροκροτηθεί έντονα από δημάρχους άλλων περιοχών αλλά και τους παράγοντες της Αυτοδιοίκησης του νησιού!
Ο κ. Πουλημένος, θέτοντας το θέμα ως ζήτημα επιβίωσης της τοπικής αυτοδιοίκησης, υπογράμμισε ότι η Κέρκυρα, αν και συγκαταλέγεται στους πιο δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς της χώρας, δεν λαμβάνει ουσιαστικούς πόρους για να ανταποκριθεί στις αυξημένες απαιτήσεις εξυπηρέτησης των επισκεπτών αλλά και των μόνιμων κατοίκων. Επεσήμανε ότι ο δήμος δεν έχει κανένα έσοδο από τις πύλες εισόδου, το λιμάνι, τα αεροδρόμια ή την κρουαζιέρα, ενώ το μοναδικό έσοδο που λαμβάνει σχετίζεται με το τέλος παρεπιδημούντων, το οποίο ανέρχεται μόλις στο 0,5%.
Ο δήμαρχος τόνισε ότι η κατάσταση αυτή δημιουργεί σημαντικές δυσκολίες στην παροχή βασικών υπηρεσιών, καθώς οι οικονομικές δυνατότητες του δήμου δεν επαρκούν για να καλύψουν τις αυξημένες ανάγκες που προκύπτουν από την προσέλευση εκατομμυρίων επισκεπτών. «Είναι αδιανόητο ο δήμος να μην έχει το παραμικρό έσοδο από τον τουρισμό, όταν καλείται να προσφέρει υπηρεσίες σε τόσο μεγάλο αριθμό επισκεπτών», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Τι συμβαίνει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες
Σύμφωνα με τον κ. Πουλημένο, το τέλος διανυκτέρευσης επιβάλλεται με στόχο τη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών προς τους επισκέπτες, ωστόσο, όπως είπε, «στην πράξη δεν επιστρέφει τίποτα στον τόπο». Ο ίδιος υποστήριξε ότι, ενώ σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες το σύνολο του τέλους διανυκτέρευσης αποδίδεται στην τοπική αυτοδιοίκηση, στην Ελλάδα δεν προβλέπεται κάτι αντίστοιχο. Ζήτησε, λοιπόν, να θεσμοθετηθεί η απόδοση του 50% του τέλους διανυκτέρευσης σε όλους τους δήμους της χώρας, ώστε να μπορέσουν να καλύψουν τις αυξημένες υποχρεώσεις που απορρέουν από τον τουρισμό.
«Δεν μπορούμε να ανταποκριθούμε στις ανάγκες και τις προσδοκίες των συμπολιτών μας και των επισκεπτών, όταν τα έσοδα από τον τουρισμό δεν επιστρέφουν στον δήμο», σημείωσε ο δήμαρχος, υπογραμμίζοντας ότι το αίτημά του αφορά το σύνολο της αυτοδιοίκησης και όχι μόνο την Κέρκυρα. «Η ανάγκη είναι πρόδηλη και αυτονόητη», ανέφερε, καλώντας για ευρύτερη στήριξη του αιτήματος από όλους τους εμπλεκόμενους.
Γκίκας: Έχουν γίνει βήματα
Στο αίτημα του δημάρχου απάντησε ο υφυπουργός Ναυτιλίας και βουλευτής Κέρκυρας, Στέφανος Γκίκας. Ο κ. Γκίκας υποστήριξε ότι έχουν γίνει βήματα προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης των δήμων, τονίζοντας ότι ήδη υπάρχει ένα θεσμοθετημένο τέλος για την κρουαζιέρα προς εφαρμογή, το οποίο εκτίμησε ότι θα αποφέρει στον δήμο ποσό της τάξης του ενός εκατομμυρίου ευρώ ετησίως, όταν ενεργοποιηθεί πλήρως. Χρήματα τα οποία, πάντως, θεωρούνται πολύ λίγα, όπως άλλωστε και ο ίδιος παραδέχθηκε.
Επιπλέον, ανέφερε ότι από το 2023 έχει κατατεθεί πρόταση για ειδικό τέλος επισκεπτών, που θα αφορά περιοχές και περιφερειακές ενότητες με μνημεία UNESCO στην επικράτειά τους. Ωστόσο, πρόκειται για μία πρόταση που δεν έχει ακόμα προχωρήσει αφού δεν έχει καν εξεταστεί από τα συναρμόδια υπουργεία, δεσμεύτηκε δε να την επαναφέρει, καθώς και να μεταφέρει όλα τα σχετικά αιτήματα στους αρμόδιους υπουργούς.
Πρωτοφανές, τέλος να πηγαίνει στη “μαύρη τρύπα”
Η συζήτηση που άνοιξε κατά τη διάρκεια του επίσημου γεύματος για την Ένωση των Επτανήσων φέρνει στο προσκήνιο το ζήτημα των ανταποδοτικών πόρων στην αυτοδιοίκηση, σε μια περίοδο όπου η τουριστική δραστηριότητα στην Κέρκυρα – και γενικότερα στα νησιά – βρίσκεται σε ιστορικά υψηλά επίπεδα.
Το αίτημα του δημάρχου Κεντρικής Κέρκυρας για την απόδοση μέρους του τέλους διανυκτέρευσης στους δήμους εντάσσεται σε μια ευρύτερη συζήτηση για τη χρηματοδότηση της τοπικής αυτοδιοίκησης στις τουριστικές περιοχές της χώρας. Η αύξηση του τουρισμού έχει δημιουργήσει ενίσχυση των υποχρεώσεων για τους δήμους – από τη διαχείριση απορριμμάτων, την καθαριότητα και τις υποδομές, έως την ενίσχυση των κοινωνικών υπηρεσιών – χωρίς όμως να συνοδεύεται από αντίστοιχη αύξηση των εσόδων.
Την ίδια στιγμή, το τέλος διανυκτέρευσης, που καταβάλλεται από τους επισκέπτες στα καταλύματα, αποτελεί μια σημαντική πηγή εσόδων σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις και νησιά, όπου συχνά στηρίζει άμεσα τις τοπικές υπηρεσίες και έργα. Στην Ελλάδα, προς το παρόν, το ποσό αυτό αποδίδεται ολόκληρο στο κεντρικό κράτος για τη μαυρη τρύπα του χρέους και όχι στις τοπικές κοινωνίες που φιλοξενούν τους επισκέπτες, για τις οποίες υποτίθεται ότι θεσμοθετήθηκε και απευθύνεται.
Τέλος ή φόρος; Το νομικό ζήτημα του τέλους διανυκτέρευσης
Η συζήτηση γύρω από το τέλος διανυκτέρευσης δεν είναι μόνο οικονομική, αλλά και νομική. Σύμφωνα με τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας (π.χ. ΣτΕ 1675/2017, 2343/2016), για να χαρακτηριστεί μια επιβάρυνση ως τέλος και όχι ως φόρος, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ανταποδοτικότητα: τα έσοδα πρέπει να διατίθενται αποκλειστικά για την κάλυψη δαπανών που σχετίζονται με συγκεκριμένη υπηρεσία ή ωφέλεια υπέρ του υπόχρεου. Όταν αυτό δεν συμβαίνει, δηλαδή όταν τα έσοδα καταλήγουν στον γενικό κρατικό προϋπολογισμό, χωρίς να επιστρέφουν με συγκεκριμένο τρόπο στους πολίτες ή τις τοπικές κοινωνίες που βαρύνονται με το τέλος, τότε η επιβάρυνση χάνει τον ανταποδοτικό της χαρακτήρα και ουσιαστικά μετατρέπεται σε φόρο.
Στην περίπτωση του τέλους διανυκτέρευσης, παρότι θεσπίστηκε ως ανταποδοτικό μέτρο για τη βελτίωση των τουριστικών υπηρεσιών, στην πράξη τα έσοδά του δεν αποδίδονται στους δήμους όπου εισπράττονται, αλλά καταλήγουν στο κράτος και διατίθενται, μεταξύ άλλων, για την αποπληρωμή του δημοσίου χρέους. Αυτή η πρακτική έχει προκαλέσει έντονη κριτική από πλευράς αυτοδιοίκησης και νομικών κύκλων, καθώς, όπως έχει επισημάνει το ΣτΕ, η απουσία ανταποδοτικότητας αναιρεί τη βασική διάκριση μεταξύ τέλους και φόρου.
Το ζήτημα αυτό ενισχύει το αίτημα των δήμων να θεσμοθετηθεί η απόδοση μέρους ή του συνόλου του τέλους διανυκτέρευσης στην αυτοδιοίκηση, προκειμένου να καλύπτονται οι αυξημένες ανάγκες που δημιουργεί ο τουρισμός σε τοπικό επίπεδο.