Το Θέμα που εισηγείται η Λαϊκή Συσπείρωση Βόρειας Κέρκυρας στην συνεδρίαση της 29ης Αυγούστου 2025 του Δημοτικού Συμβουλίου Βόρειας Κέρκυρας
Η εισήγηση
Παροχή επιδόματος σίτισης-στέγασης σε εκπαιδευτικούς στον Δήμο Βόρειας Κέρκυρας
Η σημερινή συζήτηση προκλήθηκε μετά από αίτημα της ΕΛΜΕ Κέρκυρας στην προσπάθεια να παρθούν μέτρα ενίσχυσης για τους εκπαιδευτικούς και τις σχολικές μονάδες. Αντίστοιχα αιτήματα έχει καταθέσει η ΕΛΜΕ και στους υπόλοιπους δήμους του νομού, καθώς και στο Περιφερειακό Συμβούλιο Ιονίων Νήσων.
Είναι γνωστό ότι σημαντικός αριθμός των εκπαιδευτικών στην Κέρκυρα (μόνιμοι, νεοδιόριστοι, αναπληρωτές) προέρχονται από περιοχές εκτός νησιού. Ειδικά στον Δήμο Βόρειας Κέρκυρας το ποσοστό αυτό είναι ακόμα μεγαλύτερο αφού πάνω από τους μισούς είναι αναπληρωτές και νεοδιόριστοι. Επιπλέον οι αναπληρωτές —που το σχολικό έτος 2022-23 έφτασαν να αποτελούν το 25% του συνόλου των εκπαιδευτικών, ενώ το 2023-2024 ξεπέρασαν το 30% (52.000 αναπληρωτές σε όλη την Ελλάδα), ενώ στον δήμο μας είναι περίπου οι μισοί (50 στους 109)— προσλαμβάνονται «κατά κύματα» από τις αρχές Σεπτέμβρη, ακόμα και έως τον Μάρτη, με αποτέλεσμα να δυσκολεύονται ακόμη περισσότερο να βρουν σπίτι για τη διαμονή τους. Πολλοί από τους εκπαιδευτικούς αυτούς δουλεύουν σε εργασιακό καθεστώς ομηρίας για πάνω από 10 χρόνια, και μάλιστα μακριά από τον τόπο κατοικίας τους.
Σημαντικός αριθμός των εκπαιδευτικών έχουν οικογένειες, με αποτέλεσμα να αναγκάζονται:
• να συντηρούν δύο ή και τρία σπίτια (αρκετοί έχουν παιδιά που πλέον φοιτούν σε ΑΕΙ ή ΑΤΕΙ),
• να πηγαίνουν στις οικογένειές τους με κάθε ευκαιρία (Σαββατοκύριακα ή άλλες διακοπές), γεγονός που συνεπάγεται δυσβάσταχτες δαπάνες,
• να κάνουν αιματηρές οικονομίες προκειμένου να συντηρήσουν τους εαυτούς τους και τις οικογένειές τους, καθώς ειδικά οι αναπληρωτές που προσλαμβάνονται από τον Δεκέμβρη και μετά κινδυνεύουν να μην πάρουν επίδομα ανεργίας του ΟΑΕΔ στη διάρκεια του καλοκαιριού και μέχρι να επαναπροσληφθούν.
Οι βραχυχρόνιες μισθώσεις —που για πολλές οικογένειες βέβαια αποτελούν συμπληρωματικό εισόδημα—, η ακρίβεια και η αύξηση των λειτουργικών εσόδων έχουν κάνει την εύρεση και την ενοικίαση κατοικίας πολύ δύσκολη, ενώ ο πενιχρός μισθός του εκπαιδευτικού εξανεμίζεται εξαιτίας της ανόδου στις τιμές των καυσίμων και της ενέργειας, το απλησίαστο σούπερ μάρκετ κτλ. Ο μισθός του νεοδιόριστου εκπαιδευτικού φτάνει στα 785 ευρώ, ενώ οι αναπληρωτές, με μια βαλίτσα στο χέρι, καλούνται κάθε χρόνο να στήνουν από την αρχή το σπιτικό τους, επιδοτώντας επί της ουσίας την εργασία τους, και ταυτόχρονα συντηρούν και δεύτερο σπίτι στον τόπο της μόνιμης κατοικίας τους.
Τις ίδιες βέβαια συνθήκες βιώνουν και άλλοι επαγγελματικοί κλάδοι (ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, πυροσβέστες κτλ.), που πολλές φορές οδηγούνται στην μη αποδοχή του διορισμού τους στην Κέρκυρα με ό,τι αντανάκλαση έχει αυτό στις παρεχόμενες υπηρεσίες. Αντίστοιχο πρόβλημα βιώνουν και οι φοιτητές του Ιονίου Πανεπιστημίου.
Όπως οι προηγούμενες, έτσι και η σημερινή κυβέρνηση επιλέγει τις διάφορες ελαστικές μορφές εργασίας και την εργασιακή ομηρία σε όλους τους τομείς του δημοσίου, ενώ γνωρίζει πολύ καλά ότι οι ανάγκες είναι πάγιες και διαρκείς.
Όλα αυτά αποτελούν την υλοποίηση των κυβερνητικών επιλογών στην παιδεία, επιλογών στη λογική κόστους-οφέλους, που έχουν οδηγήσει στη μείωση της χρηματοδότησης των Σχολικών Επιτροπών κατά 40% την τελευταία δεκαετία. Επίσης η μεταφορά των αρμοδιοτήτων στους δήμους χωρίς πόρους στοχεύει τελικά στη μεταφορά των βαρών στην τσέπη του λαού (πολλοί γονείς και Σύλλογοι Γονέων καλούνται να πληρώσουν για λειτουργικές και επισκευαστικές ανάγκες) και υπονομεύει τον ενιαίο χαρακτήρα της παιδείας. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και ο νόμος του Υπουργείου Παιδείας που καλεί τα σχολεία σε αναζήτηση εναλλακτικών πηγών χρηματοδότησης, λες και είναι εμπορικές επιχειρήσεις.
Το ζήτημα του επιδόματος στους εκπαιδευτικούς έχει ξανατεθεί στο Δημοτικό Συμβούλιο Βόρειας Κέρκυρας το 2022 και έχει παρθεί ομόφωνη απόφαση υπέρ της χορήγησής του, απόφαση η οποία όμως δεν έχει υλοποιηθεί. Ωστόσο τα προβλήματα κάθε χρόνο οξύνονται αντί να επιλύονται. Οπότε αυτή η συζήτηση είναι επιτακτική, αν θέλουμε να συνεχίσουν τα σχολεία του δήμου να λειτουργούν απρόσκοπτα και με όσους εκπαιδευτικούς χρειάζονται. Μάλιστα ο δήμος είναι και νομικά καλυμμένος για να ενισχύσει τους εκπαιδευτικούς, μιας και οι νησιωτικοί δήμοι «μπορούν να παρέχουν δωρεάν σίτιση και κατάλυμα διαμονής» στους υπαλλήλους (Ν. 5003/22).
Προτείνουμε:
1. Να εξασφαλιστεί άμεσα η ένταξη όλων των εκπαιδευτικών (αναπληρωτών, νεοδιόριστων και μόνιμων) που εργάζονται στα όρια του δήμου και κατάγονται από άλλες περιοχές σε προγράμματα που θα εξασφαλίζουν δωρεάν στέγαση σε ξενοδοχεία ή σπίτια.
2. Όπου αυτό δεν είναι εφικτό, να χορηγηθεί μηνιαίο επίδομα στέγασης 300 ευρώ. Επίσης να χορηγηθεί εφάπαξ επίδομα 500 ευρώ για τις αυξημένες δαπάνες των καυσίμων για τις μετακινήσεις.
3. Αξιοποίηση της περιουσίας του δήμου, εφόσον υπάρχει, ώστε να κατασκευαστούν κατοικίες για τους εργαζόμενους, οι οποίοι θα μένουν σε σύγχρονα, ασφαλή σπίτια καθ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής τους στο νησί.
4. Η δημοτική αρχή να απαιτήσει από την πολιτεία τα χρήματα που είναι αναγκαία για την ενοικίαση ή κατασκευή κτιρίων με σκοπό τη στέγαση των εκπαιδευτικών.
5. Συνεργασία των δήμων και της Περιφέρειας με το Ιόνιο Πανεπιστήμιο για τη δωρεάν σίτιση όλων των εκπαιδευτικών, χωρίς τα απαράδεκτα όρια στον αριθμό των σιτιζομένων ή τις υψηλές τιμές.
6. Να πάρει πρωτοβουλία η δημοτική αρχή ώστε να εκδοθεί πάσο με έκπτωση για τα πλοία της γραμμής και τα υπεραστικά ΚΤΕΛ. Ειδική μέριμνα για τους συναδέλφους που κάνουν καθημερινά το δρομολόγιο Κέρκυρα-Ηγουμενίτσα.
Επίσης:
7. Να απαιτηθεί από την κυβέρνηση έκτακτη κρατική χρηματοδότηση των Σχολικών Επιτροπών, προκειμένου να καλυφθούν όλες οι ανάγκες των σχολείων.
8. Κατάργηση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης και του ΦΠΑ στους λογαριασμούς ρεύματος και πετρελαίου αλλά και στα αναλώσιμα και λειτουργικά είδη των σχολείων, μαζί με την επιβολή πλαφόν.
9. Να απαιτηθεί από την πολιτεία η επανασύσταση του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας και η δημιουργία κρατικού προγράμματος λαϊκής στέγης.
Μέσα σε αυτό το ασφυκτικό πλαίσιο προβάλλει επιτακτικά η ανάγκη μιας διαφορετικής οργάνωσης της οικονομίας, όπου η κατοικία δεν θα είναι εμπόρευμα και αντί για ενοικιαστές θα γίνουμε ιδιοκτήτες του πλούτου που παράγουμε.
Σε αυτή την κοινωνία θα μπορούμε να αξιοποιήσουμε την τεχνολογία, τους εργαζόμενους στις κατασκευές, τις πρώτες ύλες, για να εξασφαλίσουμε σύγχρονη, δωρεάν, ασφαλή, υψηλής ποιότητας στέγη για όλους.