Η Λωρίδα της Γάζας αποτελεί, εδώ και δεκαετίες, ένα από τα πιο τραγικά παραδείγματα της αποτυχίας της διεθνούς πολιτικής να διασφαλίσει ειρήνη, αξιοπρέπεια και δικαιοσύνη για όλους τους λαούς. Ο πληθυσμός της Γάζας – περισσότεροι από δύο εκατομμύρια άνθρωποι – βιώνει καθημερινά τις συνέπειες ενός μακροχρόνιου αποκλεισμού, επαναλαμβανόμενων πολεμικών συγκρούσεων και μιας γενικευμένης ανθρωπιστικής κρίσης που παραβιάζει θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα.
Η πρόσφατη έξαρση της βίας υπογράμμισε για ακόμη μία φορά τη δυσανάλογη χρήση στρατιωτικής ισχύος και τις τραγικές επιπτώσεις της στους αμάχους, με χιλιάδες νεκρούς, πολλοί από αυτούς παιδιά, και καταστροφή βασικών υποδομών – νοσοκομεία, σχολεία, κατοικίες. Η συνεχιζόμενη πολιορκία στερεί από τους κατοίκους της Γάζας πρόσβαση σε τροφή, νερό, ηλεκτρικό ρεύμα και φάρμακα, μετατρέποντας την περιοχή σε ένα ανοιχτό τραύμα στο σώμα της διεθνούς κοινότητας.
Δεν μπορεί να υπάρξει ειρήνη χωρίς δικαιοσύνη. Δεν μπορεί να υπάρξει ασφάλεια για κανέναν όσο η κρατική και πολιτική βία αναπαράγει κύκλους μίσους, φανατισμού και εκδίκησης. Η αναγνώριση των δικαιωμάτων του παλαιστινιακού λαού, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος στην αυτοδιάθεση και την ανεξαρτησία, είναι απαραίτητη για τη δημιουργία συνθηκών βιώσιμης ειρήνης.
Η διεθνής κοινότητα, και ιδίως η Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν μπορεί πλέον να παραμένει αδρανής θεατής. Οφείλει να ασκήσει πίεση για άμεση κατάπαυση του πυρός, να ενισχύσει τη διπλωματία για μια δίκαιη λύση στο Παλαιστινιακό ζήτημα, και να επιβάλει κυρώσεις σε όσους παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο και τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Η Γάζα δεν ζητά οίκτο. Ζητά δικαιοσύνη. Και η ιστορία δεν θα είναι επιεικής με όσους σιωπούν μπροστά σε ένα τέτοιο έγκλημα κατά της ανθρωπότητας.
Η τραγωδία της Γάζας δεν είναι απλώς μια τοπική σύγκρουση, είναι η αντανάκλαση ενός παγκόσμιου γεωπολιτικού παιγνίου, όπου οι ισχυροί σχεδιάζουν και εκτελούν τις στρατηγικές τους εις βάρος των λαών. Η Λωρίδα της Γάζας, αποκομμένη, πολιορκημένη και πλημμυρισμένη από αίμα, αποτελεί ζωντανό σύμβολο αντίστασης και διαχρονικού αγώνα για εθνική ανεξαρτησία και αξιοπρέπεια.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου, θεμελιωτής της ανεξάρτητης Ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και υπέρμαχος του αντιιμπεριαλισμού, ήταν από τους πρώτους Ευρωπαίους ηγέτες που αναγνώρισαν έμπρακτα το δίκαιο του παλαιστινιακού λαού. Σε μια εποχή όπου η Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, ήταν ακόμα δαιμονοποιημένη από τη Δύση, η Ελλάδα, υπό την ηγεσία του Ανδρέα, άνοιγε διαύλους αλληλεγγύης και πολιτικής αναγνώρισης.
Η ιστορική επίσκεψη του Γιασέρ Αραφάτ στην Αθήνα και η αναγνώριση του αγώνα των Παλαιστινίων εντός του ΟΗΕ και των διεθνών φόρουμ δεν ήταν απλώς διπλωματικές κινήσεις. Ήταν δηλώσεις πίστης στο δικαίωμα των λαών να αυτοπροσδιορίζονται, να ελευθερώνονται από την καταπίεση και να χτίζουν το μέλλον τους χωρίς ξένες επεμβάσεις. Ήταν το “η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες”, προεκτεινόμενο στο “η Παλαιστίνη ανήκει στους Παλαιστίνιους”.
Σήμερα, που οι αμερικανονατοϊκές επεμβάσεις, οι νεοαποικιακές πρακτικές και οι ενεργειακοί ανταγωνισμοί μετατρέπουν την Ανατολική Μεσόγειο σε σκακιέρα ανταγωνισμών, η Γάζα γίνεται και πάλι πεδίο δοκιμής της διεθνούς συνείδησης. Οι ελίτ της Δύσης μιλούν για ασφάλεια και σταθερότητα, αλλά στην πράξη υποθάλπουν τη βία, την κατοχή και την καταστροφή ενός ολόκληρου λαού.
Η αλληλεγγύη προς τον παλαιστινιακό λαό δεν είναι φιλανθρωπία, είναι πράξη πολιτικής και ιδεολογικής συνέπειας. Η Ελλάδα δεν μπορεί να σιωπά. Οφείλει να πρωτοστατήσει ξανά, όπως τότε, στον δρόμο της δικαιοσύνης και της ειρήνης. Γιατί η ιστορία, δεν συγχωρεί τη δειλία και την υποτέλεια.
«Πώς μπορείς να ζεις σ’ έναν κόσμο με τόσην αδικία και να μην το ξεφωνίζεις κάθε ώρα, κάθε μέρα;
Φυσικά, αν θέλεις, μπορείς να μείνεις ήσυχος. Να κοιτάξεις τον εαυτούλη σου.
Μα τότε, πώς θα ‘χεις το δικαίωμα να λέγεσαι άνθρωπος;»
(Μενέλαος Λουντέμης – Κάτω απ’ τα κάστρα της ελπίδας)