«Μετά Βαΐων και κλάδων», εκτός τρομερού απροόπτου, θα στηθούν οι κάλπες, Κυριακή 9 Απριλίου. Πιστεύοντας στο γούρι, – ανθρώπινα κατανοητό, σεβαστό και ερμηνεύσιμο – , ο πρωθυπουργός κρίνει πως η Κυριακή των Βαΐων είναι «πολιτικά γουρλίδικη» για την οικογένεια Μητσοτάκη καθώς και ο πατήρ Κωνσταντίνος κέρδισε εκλογές, μια άλλη Κυριακή των Βαΐων, στις 8 Απριλίου του 1990, απέναντι στον μεγάλο του πολιτικό αντίπαλο, Ανδρέα Παπανδρέου.
Σύμφωνα με το σχεδιασμό του Μεγάρου Μαξίμου, στις έξι ή επτά Μαρτίου θα πραγματοποιηθεί το τελευταίο Υπουργικό Συμβούλιο υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη, στο οποίο θα εξαγγελθούν δυο έξτρα παροχές, του κατώτατου μισθού στα 800 ευρώ και η μείωση εισφορών στους ελεύθερους επαγγελματίες. Παράλληλα, θα εξαγγελθεί η ημερομηνία των εκλογών, για τις 9 Απριλίου.
Σύμφωνα με το Σύνταγμα, ο πρωθυπουργός θα επισκεφτεί και θα ενημερώσει την Πρόεδρο της Δημοκρατίας, θα συγκροτηθεί «διακομματική επιτροπή», που θα επιβλέπει την ομαλή πορεία προς τις κάλπες και θα ελέγχει το αναλογικό μοίρασμα του τηλεοπτικού και ραδιοφωνικού χρόνου στα κόμματα,
θα αντικατασταθεί ο αρμόδιος για τις εκλογές υπουργός εσωτερικών από υπηρεσιακό, (ίσως η αντικατάσταση συμπεριλάβει και τους υπουργούς Προστασίας του Πολίτη και Δικαιοσύνης), και γύρω στις 10 Μαρτίου, για διαλυθεί η παρούσα βουλή.
Το «σύνθημα του αφέτη» έχει δοθεί για την συνταγματικά επίσημη προεκλογική εκστρατεία των κομμάτων.
Καταλυτικός ρόλος της ακρίβειας
Στην πορεία προς τις κάλπες, είναι προφανές και λίαν διακριτό εύρημα σε όλες τις μετρήσεις της κοινής γνώμης πως το βασικό θέμα που απασχολεί την κοινωνία είναι η ακρίβεια, η οποία παίζει σημαντικό έως και καταλυτικό ρόλο στη διαμόρφωση της ψήφου των εκλογέων, άρα κατ επέκταση και αναλογία και στις πολιτικές εξελίξεις, αμέσως μετά τις κάλπες.
Έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, καταδεικνύει ότι η οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών επιδεινώθηκε σημαντικά το 2022, ενώ οι προσδοκίες για το μέλλον σημειώνουν αρνητικό πρόσημο, καθώς πάνω από 1 στα 2 νοικοκυριά (51,9%) εκτιμούν ότι η κατάστασή τους θα επιδεινωθεί το 2023, κάτι που είχε να παρατηρηθεί από την έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ το 2018. Στην ίδια έρευνα, το 47,3% των νοικοκυριών, αξιολόγησε τα μέτρα στήριξης που έλαβε η κυβέρνηση, ως ανεπαρκή, το 23,4% ως μάλλον ανεπαρκή, ενώ μόλις το 17,9% και το 7,9% αξιολόγησαν τα μέτρα ως μάλλον επαρκή και επαρκή αντίστοιχα.
Τα ελληνικά νοικοκυριά κρίνουν, πως η κυβέρνηση δεν κατόρθωσε να περιορίσει τις δυσμενείς επιπτώσεις της ακρίβειας και το μέσο εισόδημα επαρκεί μόνο για 18 μέρες.
Απογοητευτικά είναι και τα στοιχεία του ΕΥΡΩΒΑΡΟΜΕΤΡΟΥ, καθώς, το 88% των Ελλήνων πιστεύει ότι η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας είναι πολύ κακή και μόνο 12% εκτιμά πως είναι πολύ καλή.
Προβληματική οικονομία
Πέραν όλων των ανωτέρω εκτεθέντων, ο διεθνής οίκος αξιολόγησης, JP Morgan με προχθεσινή έκθεση-«βόμβα», θέτει υπό αμφισβήτηση την βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, παρά τη μείωση του δείκτη «χρέος προς ΑΕΠ», με επιχειρήματα, ότι, οι αποδόσεις των ομολόγων αυξάνονται, η οικονομία επιβραδύνεται και ο γηράσκων πληθυσμός είναι ένας «εκρηκτικός μηχανισμός» στα θεμέλια του συνταξιοδοτικού συστήματος και των δημόσιων οικονομικών.
Επιπλέον, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος για το σύνολο του 2022, το έλλειμμα του Ισοζυγίου Πληρωμών που καταγράφει όλες τις εξωτερικές συναλλαγές της χώρας σε προϊόντα, υπηρεσίες και λοιπά εισοδήματα, παρουσίασε δραματική επιδείνωση, ξεπερνώντας τα 20 δισ. ευρώ, το οποίο αποτελεί υψηλό 14 ετών και φτάνει σαν ποσοστό του ΑΕΠ σχεδόν το 10%.
Όπως προκύπτει, έχουμε έκρηξη του εμπορικού ελλείματος από 20 δισ. το 2021 σε 39 δισ. το 2022, γεγονός που δεν οφείλεται μόνο στις τιμές των ενεργειακών προϊόντων, πρώτων υλών και τροφίμων, αλλά και κάθε κατηγορίας προϊόντων που εισάγουμε. Οι υψηλές τιμές όλων των προϊόντων λόγω του υψηλού πληθωρισμού στις χώρες εισαγωγής μας (για τους ίδιους λόγους με τους δικούς μας, κατά κύριο λόγο εξαιτίας των κυρώσεων του πολέμου) δεν οδηγούν σε υποκατάσταση εισαγωγών από εγχώρια παραγωγή.
Η Τράπεζα της Ελλάδος, καταλήγει πως, Τουρισμός και Ναυτιλία, με πλεόνασμα 19,4 δισ. δεν κατάφεραν να καλύψουν το τεράστιο εμπορικό έλλειμμα των 39 δισ.
Μέσα σ αυτό, το διόλου εύκρατο οικονομικό κλίμα, ο δανεισμός της Ελλάδας καθίσταται ολοένα και πιο ευαίσθητος, αν όχι και εντελώς δύσκολος σε ενδεχόμενες αρνητικές μεταβολές του διεθνούς κλίματος καθώς και σε εγχώριες δημοσιονομικές αποκλίσεις.
Πλήγμα η αποχώρηση Καραμανλή
Στην πορεία προς τις κάλπες, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, δείχνει υπερβάλλοντα ζήλο σε επισκέψεις στην Βόρεια Ελλάδα. Οι καλά γνωρίζοντες τις ανησυχίες του Μεγάρου Μαξίμου εκμυστηρεύονται πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα πολλαπλασιάσει τις επισκέψεις του στην Μακεδονία και δη μετά την μη υποψηφιότητα του βορειοελλαδίτη πρώην πρωθυπουργού, Κώστα Καραμανλή. Την 1η Μαρτίου ο πρωθυπουργός θα περιοδεύσει στην υποβαθμισμένη Δυτική Θεσσαλονίκη όπου τα ποσοστά της Νέας Δημοκρατίας ήταν χαμηλά και το 2019, παρά την μεγάλη νίκη στις εκλογές.
Οι επικοινωνιολόγοι της Νέας Δημοκρατίας εκφράζουν φόβους πως, μετά και την πλήρη αναγνώριση της «Συμφωνίας των Πρεσπών», στην Α΄ εκλογική περιφέρεια της Θεσσαλονίκης και άλλες περιοχές της βόρειας Ελλάδας, η γαλάζια παράταξη θα καταγράψει περαιτέρω απώλειες και πιέζεται ιδιαίτερα από την «Ελληνική Λύση» του Κυριάκου Βελόπουλου.
Οι επιτελείς της γαλάζιας παράταξης δεν ξεχνούν πως, ακόμα και στις εκλογές του 2019, ενώ το ποσοστό του κόμματος στην επικράτεια έφτασε το 39,85% στην Α Θεσσαλονίκης ήταν 35,52%, με την «Ελληνική Λύση» να σκαρφαλώνει στο 5,39% από το 3,7% στην επικράτεια. Παράλληλά, η Χρυσή Αυγή κατέγραψε τότε 3,92% ενώ δεν μπόρεσε να μπει στη Βουλή (πήρε 2,93%).
Αντίθετα, στις εκλογές του 2019, ο ΣΥΡΙΖΑ κατέγραψε υψηλά ποσοστά, στην ευρύτερη περιφέρεια της Θεσσαλονίκης, καθώς, ενώ πήρε (31,5%) στην επικράτεια, στη Μενεμένη έφτασε στο 42,85%, στην Ευκαρπία το 36,2%, στον Άγιο Παύλο με 35,6% και στη Σταυρούπολη με 35,5%.
Δικαιολογημένα λοιπόν, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ρίχνει το βάρος της προεκλογικής του καμπάνιας στην Μακεδονία, ενώ ταυτόχρονα συζητείται και η δική του υποψηφιότητα στην Α’ Θεσσαλονίκης, μετά την αποχώρηση του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή, από το οικείο ψηφοδέλτιο.
Κατά πόσον ωφελείται ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ
Πέραν των απωλειών που καταγράφει η γαλάζια παράταξη στην ευρύτερη εκλογική περιφέρεια της Θεσσαλονίκης, εκλογικό «πρεσάρισμα», δέχεται και στην ευρύτερη Βόρεια Ελλάδα, εξαιτίας της αναγνώρισης της «Συμφωνίας των Πρεσπών», – που υπέγραψε ο «κακός ΣΥΡΙΖΑ» – , με την «Ελληνική Λύση», του Κυριάκου Βελόπουλου, να πλησιάζει διψήφια ποσοστά.
Διόλου τυχαία η «πολιτική επιστράτευση» του πάλαι ποτέ αγαπημένου παιδιού της οικογένειας Μητσοτάκη, του Γιώργου Καρατζαφέρη, με ειδική αποστολή την βόρεια Ελλάδα.
Σ αυτό το κλίμα, εύλογα γεννάται το ερώτημα, κατά πόσο, ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, μπορεί να εισπράξει στην Θεσσαλονίκη ειδικά και στην Μακεδονία γενικότερα τις όποιες απώλειες καταγράψει η Νέα Δημοκρατία.
Σε γενικές γραμμές κι αναφορικά με την πρόθεση ψήφου, η Νέα Δημοκρατία, – που το περασμένο Καλοκαίρι άγγιζε ποσοστά γύρω στο 40% και την χώριζε διαφορά έως και 15 με 17 μονάδες από τον ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ – , τώρα αισθάνεται την αναπνοή της αξιωματικής αντιπολίτευσης, καθώς η διαφορά έχει πέσει στο 4 με 5% και εν τέλει έχει σπάσει το «ψυχολογικό φράγμα» του 7%, κάτι που αφήνει, – κατά τις ερμηνείες των επικοινωνιολόγων – , ανοικτά όλα τα εκλογικά ενδεχόμενα. !