Η Κέρκυρα έχει βάλει τα γιορτινά της εδώ και ημέρες αφού από την γιορτή του Αγίου Σπυρίδωνα και έπειτα μπήκε στην εορταστική περίοδο με την αποκορύφωση των Χριστουγένννων και της Πρωτοχρονιάς να πλησιάζει.
*Χριστογεννιάτικες φωτογραφίες από την Κέρκυρα, δια χειρός Αλέξανδρου Μελίδη
Στο Corfu Magazine του Δεκεμβρίου που κυκλοφορεί σας οδηγούμε στη διαδρομή των παραδόσεων της Κέρκυρας και των Επτανήσων στην πάροδο του χρόνου, στα έθιμα που σώζονται έως και σήμερα στην Χώρα και τα χωριά. Χρόνια μας πολλά!
Η αντίστροφη μέτρηση για τα φετινά Χριστούγεννα έχει ήδη ξεκινήσει… Φαίνεται άλλωστε και από το χριστουγεννιάτικο σκηνικό που έχει κάνει την εμφάνισή του και στην πόλη μας. Σ τολισμένες βιτρίνες καταστημάτων, φωτάκια που αναβοσβήνουν στα διπλανά μπαλκόνια, έλατα αληθινά ή ψεύτικα που πωλούνται σε διάφορα σημεία (και) της Κέρκυρας, έχουν σηματοδοτήσει την ερχομό μιας από τις μεγαλύτερες γιορτές της Χριστιανοσύνης, που παράλληλα αποτελεί και την αγαπημένη όλων των παιδιών. Στις εκκλησιές θα ψάλλουν και πάλι «Σήμερα ο Χριστός γεννάται…», μεταφέροντας έτσι τους ανθρώπους ξανά μέσα στο σπήλαιο για να αντικρίσουν τη φάτνη και να νιώσουν, πάλι, το μεγάλο γεγονός, ότι ο Θεός έγινε άνθρωπος. Τα Χριστούγεννα είναι η γιορτή της αγάπης που σου δίνει το έναυσμα να πεις «σ’ αγαπώ», αλλά και «συγνώμη» σε ανθρώπους που το έχουν ανάγκη.
ΚΕΡΚΥΡΑΪΚΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ… ΑΠ’ ΤΗΝ ΠΑΡΑΜΟΝΗ Τ’ ΑΓΙΟΥ
Οι Κερκυραίοι από τα παλιά τα χρόνια προετοιμάζονταν για τις γιορτές των Χριστουγέννων και τις Πρωτοχρονιάς νωρίς, πολύ νωρίς. Το σπίτι έπρεπε να είναι πεντακάθαρο απ’ άκρη σ’ άκρη, η κουζίνα έπρεπε οπωσδήποτε να ασπρίσει και να μοσχοβολά ασβέστη. Στη συνέχεια ακολουθούσε το γυάλισμα των ασημικών και των μπρούτζων. Όλα έπρεπε να είναι τέλεια. Στην Κέρκυρα, τα… πρώτα Χριστούγεννα άρχιζαν από την παραμονή τ’ Αγιού. Τότε γινόταν και η πρώτη σφαγή των γάλων. Μάλιστα το τριήμερο του Αγίου σταματούσαν τη νηστεία των Χριστουγέννων γιορτάζοντας την μνήμη του Αγίου Σπυρίδωνα. Η παράδοση θέλει επίσης τους Κερκυραίους την παραμονή του Αγίου να κάνουν το «βιγιόνι», την ολονυχτία στην εκκλησία Του. Για να αντιμετωπίσουν λοιπόν την κούραση, την νύστα και την ταλαιπώρια, οι ντόπιοι και οι επισκέπτες έτρωγαν λουκουμάδες (τηγανίτες τ΄Αγιού). Τέτοιες μέρες τα καντούνια πλημμύριζαν (και πλημμυρίζουν, ευτυχώς, ακόμα) από το λαχταριστό άρωμα των φρέσκων λουκουμάδων. Στα σπίτια, οι νοικοκυρές φτιάχνανε τους λουκουμάδες στα «φουρνέλα» και τις γκαζιέρες, ενώ οι πλανόδιοι πωλητές στις φουφούδες. Κλείνοντας το τριήμερο του Αγίου οι ρυθμοί κίνησης και δραστηριότητας γίνονταν πιο έντονοι. Τα καταστήματα όλων των ειδών επιδίδονταν σ΄έναν άτυπο ανταγωνισμό καλλίτερου στολισμού και εξασφάλιση αφθονίας, ενώ οι δρόμοι της Πόρτας Ριάλας και τα βόλτα του Αγίου Αντωνίου γέμιζαν από μπάνκες και κινητά μαγαζάκια που πωλούσαν ξηρούς καρπούς και είδη μαναβικής.
ΤΟ ΚΟΡΦΙΑΤΙΚΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ
Παραμονή Χριστουγέννων, τα σπίτια στολισμένα και τα χριστουγεννιάτικα δέντρα λαμποκοπούσαν. Η ιδιαιτερότητα είναι ότι οι Κορφιάτες έφτιαχναν τα δικά τους χριστουγεννιάτικα στολίδια δίνοντας ταυτότητα στο ξενόφερτο δέντρο. Μερικά από αυτά ήταν… καρύδια με χρυσόσκονη, κουκουνάρες που τις ψήνανε στον φούρνο για να ανοίξουν και μετά τις βάφανε χρυσές και φρούτα με μεγάλες τούφες από βαμβάκι. Ενώ στους τοίχους κρεμούσαν -με χρυσές και ασημένιες κορδέλες- θαλασσόξυλα. Επίσης και στα παράθυρα κρεμούσαν περίτεχνες νεραϊδούλες που παιχνίδιζαν δίνοντας μια ξεχωριστή χριστουγεννιάτικη όψη στα πανύψηλα σπίτια της Κέρκυρας. Ήταν ένα σύμπλεγμα, εθίμων του νησιού που κάποια από αυτά ήταν υιοθετημένα από την Ενετική κυριαρχία. Η γιορταστική ατμόσφαιρα του σπιτιού ολοκληρωνόταν με το στρώσιμο του τραπεζιού και με την απαράβατη συνήθεια να παραμένει στρωμένο για τρεις μέρες και να μην λείπει ποτέ από πάνω το ψωμί και το «μποτσονι», τη γεμάτη κανάτα κρασιού. Την πρώτη ημέρα των Χριστουγέννων οι Κερκυραίοι συνήθιζαν να φτιάχνουν αυγολέμονο. Το γεύμα συνόδευε η σούπα από μοσχάρι και το χοιρινό μπούτι παραγεμισμένο με σκόρδο και αλατοπίπερο, αργοψημένο στο φούρνο, χωρίς όμως να λείπει και το αρνάκι μαγειρεμένο με ντόπιες αγκινάρες. Την δεύτερη μέρα τα πρωτεία τα είχε η γαλοπούλα (ή ο γάλος όπως τον λένεοι ντόπιοι), παραγεμισμένη με κουκουνάρια και κάστανα, ενώ την τρίτη ημέρα το γεύμα πλαισιώνεται πάντα με το «μπουτίνο» ένα λεπτό κορφιάτικο παστίτσιο σκεπασμένο με γλυκιά κρούστα. Βέβαια από όλα τα γεύματα δεν έλειπαν και τα αλλαντικά, όπως το νούμπουλο, το πιο γνωστό και δημοφιλές αλλαντικό της Κέρκυρας, το γνωστό κερκυραϊκό προσούτο, το σαλάδο, το κερκυραϊκό λουκάνικο και τα μαλακά τυριά. Επίσης απαραίτητο συστατικό για όλες τις συνταγές ήταν η χειροποίητη μουστάρδα. Για μετά το γεύμα οι Κερκυραίοι σερβίριζαν το ντόπιο αρετσίνωτο κρασί, άσπρο ή μαύρο με τη συκομαΐδα (μια νωπή πίτα από ξερά σύκα ζυμωμένα με μούστο ή ούζο, πιπέρι, σπόρους μάραθου και ξύσμα λεμονιού). Ακολουθούσαν τα γλυκά, το κερκυραϊκό μαντολάτο και οι κουραμπιέδες που γινόταν με φρέσκο βούτυρο και ολόκληρα αμύγδαλα. Μπορεί να έχουν περάσει χρόνια ή αιώνες από τότε που στα κορφιάτικα Χριστούγεννα αντικαταστάθηκε το παραδοσιακό καραβάκι με το ξενόφερτο έθιμο, όμως όπως τότε έτσι και τώρα, η Κέρκυρα από την μία άκρη ως την άλλη, τα Χριστούγεννα πλημμυρίζει με ευωδιές, χρυσοκόκκινο χρώμα και μελωδίες που σε μεταφέρουν στην εποχή των παραμυθένιων ημερών. Οι χορωδίες του νησιού θα βάλουν και πάλι τα… καλά τους, τις πορφυρές παραδοσιακές στολές τους και θα ψάλλουν σε κάθε καντούνι και κάθε γειτονιά.
ΤΑ ΚΕΡΚΥΡΑΪΚΑ ΚΑΛΑΝΤΑ
Δύο είναι οι επικρατέστερες εκδοχές για το περιεχόμενο και την μελωδία που έχουν τα κερκυραϊκά Κάλαντα των Χριστουγέννων. Στην πρώτη εκδοχή, ο… ανώνυμος λαϊκός στιχουργός, προσεγγίζει το μέγα γεγονός της γέννησης του Θεανθρώπου, από τη σκοπιά του νησιού μας, όπου έχει τη δυνατότητα να παρατηρεί τα συμβαίνοντα στην ανατολή και τη δύση, όχι ως φυσικό φαινόμενο, αλλά με την ιστορική, πολιτιστική και θρησκευτική τους διάσταση. Από τη σκοπιά ενός τόπου που βρίσκεται ανάμεσα σε ό,τι στην Ευρώπη ορίζεται ως ανατολή και δύση. «Λαμπροφορά η ανατολή κι η δύση καμαρώνει…» είναι ο στίχος με τον οποίο ξεκινούν τα κάλαντα που αποδίδει ο Πολυφωνικός Χορός Κυνοπιαστών «Γειτονία», τον οποίο συντονίζει ο Γιώργος Ανυφαντής. Η εγγραφή είναι της παραμονής των Χριστουγέννων του 2011, όταν το φωνητικό αυτό σύνολο είχε μόλις επτά μήνες ζωής. Στη δεύτερη εκδοχή, ο στίχος επίσης άγνωστου ποιητή, έχει στοιχεία που παραπέμπουν σε κερκυραϊκά Κάλαντα βασισμένα σε ποίηση λογίου, μιας άλλης εποχής. Το μαρτυρεί η φράση «και ο Ηρώδης ταραχθείς έγινε θηριώδης» που δεν συναντάται στον καθημερινό λαϊκό λόγο. Είναι ωστόσο, εξίσου μελωδική εκδοχή, ευρύτατα διαδεδομένη στο νησί μας. Όταν μάλιστα αποδίδεται από αθώες παιδικές φωνές, το μήνυμα εκπέμπεται πιο γνήσιο, πιο αυθεντικό…
ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΤΙΚΑ ΕΘΙΜΑ ΤΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ
Μια βόλτα την πρωτοχρονιά στα χωριά της Κέρκυρας και θα δούμε στις εξώπορτες να είναι κρεμασμένο, ένα φυτό με μεγάλα πράσινα φύλλα πάνω σε ένα βολβό που θυμίζει μεγάλο κρεμμύδι. Λέγεται Σκυλοκρέμμυδο και είναι η Σκίλλη των αρχαίων. Στην Κέρκυρα την λέμε ασκέλα, ενώ σε άλλους τόπους τη λένε και κουβαρασκίλλα. Το έθιμο τη θέλει να κρέμεται για γούρι στις εξώπορτες κάθε πρωτοχρονιά γιατί όπως πιστεύουν δίνει ζωή και δύναμη στον άνθρωπο και αποτρέπει κάθε δυσάρεστο γεγονός. Λέγεται επίσης πως για να αποφεύγεις το κακό, όταν δεις να φυτρώνει σκυλοκρέμμυδο να γονατίσεις και να δαγκώσεις το φυλλαράκι που προβάλλει από το χώμα και είναι άσπρο με μαύρες βούλες. Στην Βόρεια Κέρκυρα ανήμερα την πρωτοχρονιά οι γεροντότεροι του χωριού ξυπνάνε από τα χαράματα. Το έθιμο επιτάσσει εδώ και εκατοντάδες χρόνια να είναι οι πρώτοι που θα καλωσορίσουν το νέο έτος. Βγαίνουν στα παράθυρα ή τις αυλές τους και αγναντεύουν τα βουνά, κυρίως τον Παντοκράτορα, το πιο ψηλό βουνό της Κέρκυρας και λένε με απόλυτη κατάνυξη «Καλημέρα σας βουνά και καλή Πρωτοχρονιά, σαν τα βουνά να είμαι γερός, σαν τη θάλασσα ξυπνός και σαν τα θαλασσοκύματα να κάνω τα θελήματα».
Στις περιοχές Όρους και Αγύρου, πολύ νωρίς την Πρωτοχρονιά και ενώ είναι ακόμα σύθαμπο, η νοικοκυρά έβγαινε από το σπίτι της, έκανε το σταυρό της κατά την ανατολή, κοίταζε τα βουνά και έλεγε:
«Καλημέρα σας βουνά- καλή χρονιά Σαν και εσάς να είμαι γερή- και σαν τα πουλιά ξυπνή». Έμπαινε και πάλι στο σπίτι της και κατευθυνόταν στη στια, στο παραγώνι. Είχε συμμαζέψει από βραδύς τη στάχτη από τα ξύλα σε ένα μικρό σωρό. Τούτον το σωρό ανακάτευε με τα χέρια και έλεγε:
«Αβγά-πουλιά, αβγά-πουλιά κι οι νοικοκυραίοι καλά. Χίλια-μύρια τα καλά του σπιτιού μου- Χίλια-μύρια στάρια, λάδια και κρασιά Και πολλά τα μπαρμπαρά». Το ξόρκι επαναλάμβανε 3 φορές. Το ίδιο ξόρκι συνήθιζαν να το δέχονται και από παιδιά που γι αυτό γυρνούσαν πρωί πρωί τα σπίτια. Τα φίλευαν με ξηρούς καρπούς, σύκα και νομίσματα. Τα παιδιά τα θεωρούσαν αθώα και πίστευαν πως η ευχή τους θα πιάσει, γιατί πέρα από τη ευχή, είχαν και «καλό ποδαρικό», που θα έφερνε την ευτυχία στο σπίτι για όλη τη χρονιά. Από το έθιμο αυτό προήλθε και η παρομοιώδης φράση «Πάρτονε γι΄αβγα πουλιά» για κάποιους ενήλικες που πίστευαν ότι είχαν «κακό ποδαρικό».
Στο κείμενο χρησιμοποιήθηκαν μεταξύ άλλων στοιχεία από τις ιστοσελίδες alfavita.gr, voria.gr, sansimera.gr, tvxs.gr και το βιβλίο “Λαογραφικά της Κέρκυρας”.
Τα έθιμα των Επτανήσων:
Μπομπότες και μπλαούνες!
Σαφώς επηρεασμένα από την μακροχρόνια Βενετική κατοχή, τα Επτάνησα έχουν τα δικά τους ξεχωριστά και ενδιαφέροντα έθιμα για τις μέρες των Χριστουγέννων.
Κεφαλονιά: κολόνιες, μπομπότα και «Καλή Αποκοπή»
Τα Χριστούγεννα στόλιζαν τα σπίτια τους με κλαδιά μυρτιάς και κουμαριάς. Την παραμονή των Χριστουγέννων οι γυναίκες έφτιαχναν Χριστόψωμα και μπομπότες με πέντε απολήξεις που συμβόλιζαν το χέρι του Χριστού. Όταν επέστρεφε η οικογένεια στο σπίτι μετά η Χριστουγεννιάτικη λειτουργία, ο νοικοκύρης έβαζε το Χριστόψωμο πάνω απ’ τη φωτιά, του έριχνε τρεις σταγόνες λάδι και έλεγε «Χριστός γεννιέται, το φως αξαίνει», έκφραση κυριολεκτική, μιας και η νύχτα της 25ης Δεκεμβρίου είναι η μεγαλύτερη του χρόνου, και από την επομένη η μέρα αρχίζει να μεγαλώνει. Έκοβαν μετά όλοι από ένα κομμάτι Χριστόψωμο και όσο έμενε το έδιναν στα ζώα, αφού ο Χριστός γεννήθηκε μέσα σε στάβλο. Παράλληλα, αντί για Καλή Χρονιά, εύχονται «Καλή Αποκοπή», δηλαδή να αποκοπούν από την παλιά χρονιά που φεύγει, ενώ την παραμονή της Πρωτοχρονιάς οι άνθρωποι κατεβαίνουν στους δρόμους κρατώντας
μπουκάλια με κολόνια και ψεκάζουν ο ένας τον άλλο τραγουδώντας « Ήρθαμε με ρόδα και ανθούς να σας ειπούμε Χρόνους Πολλούς».
Ζάκυνθος: μπρόκολα, κουλούρες, μπλαούνες και καντάδες
Την Παραμονή των Χριστουγέννων, μόλις αρχίζει να βραδιάζει, μαζεύονται όλοι στο σπίτι, γύρω από το εορταστικό τραπέζι, όμως για δείπνο σερβίρονταν μόνο μπρόκολα με ελιές και κρασί. Την επόμενη μέρα ακολουθούσε το μεγάλο γιορτινό τραπέζι το οποίο εκτός από κρέας με πατάτες περιελάμβανε και αυγολέμονο. Επίσης οι Ζακυνθινοί δεν έκοβαν βασιλόπιτα την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, αλλά τα Χριστούγεννα και η συνταγή της ήταν αρκετά διαφορετική. Επίσης την Πρωτοχρονιά γυρνάνε σε παρέες με μουσικά όργανα και λένε τους περίφημους «Αϊ-Βασίληδες», (ζακυνθινά κάλαντα Πρωτοχρονιάς, τα οποία συνέθεταν οι ίδιοι) Στα σπίτια, το βράδυ της παραμονής, έφτιαχναν τις μπλαούνες, (τηγανίτες με αλεύρι και νερό) τηγανισμένες σε «νιό» λάδι και τις έτρωγαν βουτηγμένες σε πετιμέζι (=βρασμένος μούστος σταφυλιών).
Λευκάδα: Κουτσούνες και Διάνα
Στη Λευκάδα σήμα κατατεθέν των Χριστουγέννων είναι οι «κουτσούνες» οι οποίες λέγονται και αγριοκρεμμύδες και θεωρούνται σύμβολα τύχης. Τα παιδιά ξεριζώνουν κουτσούνες απ’ τις εξοχές τκαι τις πηγαίνουν στα σπίτια τους ή τις πουλάνε. Οι νοικοκυρές τις έβαζαν στο κατώι, πάνω σε μια καπάσα ή ένα βαένι με λάδι ή τις κρεμούσαν σ’ ένα πατωμάτερο, ή τις έβαζαν στην κουζίνα. Την Πρωτοχρονιά είχαν το έθιμο «Διάνα» που είναι κατάλοιπο της Ενετοκρατίας. Ξημερώματα της Πρωτοχρονιάς, γύρω στις 4.π.μ., έβγαινε η μπάντα της Φιλαρμονικής και γύριζε μέσα στην πόλη παίζοντας το «εωθινό» και τα κάλαντα, μέχρι να ξημερώσει. Τα παλιότερα χρόνια τη «Διάνα» ακολούθαγαν σχεδόν όλοι οι Λευκαδίτες, με πρωταγωνιστές τους ντορατζήδες, που έκαναν φάρσες διασκεδάζοντας τον κόσμο Εικάζεται πως το όνομα της «Διάνας» προέρχεται απ’ την ιταλική λέξη Diana, που σημαίνει Αυγερινός και εγερτήριο, το χρονικό διάστημα μεταξύ 4 και 8 π.μ. μια και οι ώρες αυτές συμπίπτουν με τις ώρες που τελείται η πρωτοχρονιάτικη Διάνα.
Ένα πολύ παλιό κερκυραϊκό έθιμο των Φώτων
Τον καιρό εκείνο που οι αρχόντισσες φορούσαν μπιτικούλους, οι σχέσεις των καλλιεργητών της γης και των ιδιοκτητών ήταν πολύπλοκες. Οι παλιοί άρχοντες είχαν παραχωρήσει τα κτήματα τους στους χωριάτες για να τα καλλιεργούν. Οι καλλιεργητές βάσει συμβολαίου για να μη χάσουν το κτήμα είχαν την υποχρέωση να δίνουν ένα μέρος των προϊόντων στον άρχοντα σύμφωνα με τους όρους του συμβολαίου. Μεταξύ λοιπόν των όρων σε μερικά συμβόλαια υπήρχε και ο όρος με τον οποίο ο ενοικιαστής ήταν υποχρεωμένος την παραμονή των Φώτων κρατώντας ένα κορμό ενός μικρού κυπαρισσιού στολισμένο με χρωματιστές ταινίες να ψάλει τα «φώτα» κάτω από το σπίτι του άρχοντα με όλη του την οικογένεια και αυτό περνούσε από γενιά σε γενιά
ΟΙ ΛΟΥΚΟΥΜΑΔΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΑΙ… ΤΗΣ ΑΝΤΟΧΗΣ!
Οι λουκουμάδες είναι ένα έθιμο άρρηκτα συνδεδεμένο με την αγρύπνια την παραμονή τ΄ Αγιού. Καθιερώθηκε ώστε οι πιστοί να μπορούν να αντιμετωπίσουν την κούραση, τη νύστα και την ταλαιπωρία της αγρύπνιας, με τους λουκουμάδες να τους καταναλώνουν και την επόμενη ημέρα, ανήμερα της γιορτής. Το τριήμερο του εορτασμού του Πολυούχου του νησιού των Φαιάκων, τα καντούνια πλημμυρίζουν από το λαχταριστό άρωμα των φρέσκων λουκουμάδων! Από παλιά, οι νοικοκυρές έφτιαχναν κατά παράδοση λουκουμάδες στα φουρνέλα και τις γκαζιέρες και οι πλανόδιοι πωλητές στις φουφούδες.
Οι λουκουμάδες στο πέρασμα των χρόνων
H ονομασία του προέρχεται από την Τούρκικη λέξη «Lokma» και οι ρίζες του χάνονται στα βάθη των αιώνων όταν οι Ρωμαίοι είχαν φτιάξει ένα παρόμοιο γλυκό και του είχαν δώσει το όνομα «Scribito». Οι λουκουμάδες στην Κέρκυρα προήλθαν από ένα Βενετσιάνικο γλύκισμα που οι παλιοί Κερκυραίοι ονόμαζαν τηγανίτες. Το έθιμο αυτό το συναντάμε σε πολλές περιοχές της Ελλάδας σε διαφορετικές εορτές. Είμαστε όμως, οι Έλληνες, οι μοναδικοί που γευόμαστε αυτό το υπέροχο γλυκό; Αν αναλογιστούμε πόσο εύκολο, απλό και φτηνό είναι το έδεσμα αυτό σίγουρα όχι.
Στον κόσμο
Σχεδόν κάθε λαός, και όχι μόνον εμείς οι Μεσόγειοι έχει και ένα παρόμοιο γλύκισμα. Από την Κίνα (εκεί τον έχουν για ψωμί χωρίς βέβαια να είναι μελωμένο), μέχρι την Αμερική συναντάμε διάφορες μορφές ζυμαριού τηγανισμένου με λάδι, με μέλι, ζάχαρη σιρόπι, μαρμελάδες σοκολάτα, ακόμα και με τυρί (κάτι πού κάνουμε και εμείς με τους λουκουμάδες μας. Οι Ισπανοί έχουν τα bunuellos, και οι Γάλλοι τα beignets, οι Πορτογάλοι τα sonhos πού τα φτιάχουν με λεμόνι και σιρόπι κανέλλας (σαν την δική μας την κρητική κανελλάδα). Οι Ιταλοί το zeppole, και το κιάκερε, κάτι παρόμοιο με τους δικούς μας τους λουκουμάδες. Φτιάχνονται στην γιορτή του San Giuseppe, στα τέλη Μαρτίου και σερβίρονται με κρέμα πορτοκάλι και βύσσινο.
Και μια εύκολη συνταγή για λουκουμάδες
Τα υλικά για να φτιαχτούν είναι λίγα και απλά. Σύμφωνα με το βιβλίο της Νινέτας Λάσκαρη, χρειάζεται 1 ουγγιά (75γρ) μαγιά, 1 καρτούτσο (2 ποτήρια) νερό, 4 κουταλιές ράζες (κοφτές) ζάχαρη, 4 κουταλιές ράζες βούτυρο, ζάχαρη κοπανισμένη με κανέλα σε καλτσέτα (αυτοσχέδιο λεπτό φίλτρο) ή αραιωμένο με νερό, μέλι και το ανάλογο λάδι για το τηγάνισμα.
ΙΣΤΟΡΙΑ
Χριστουγεννιάτικο, το δέντρο!
Το χριστουγεννιάτικο δέντρο των νεωτέρων χρόνων προέρχεται από την Γερμανία. Ένα έλατο στολισμένο με μήλα αποτελούσε το μόνο σκηνικό σ΄ ένα λαϊκό μεσαιωνικό δράμα για τον Αδάμ και την Εύα το οποίο συμβόλιζε τον Κήπο της Εδέμ. Οι Γερμανοί έστηναν το δέντρο του παραδείσου όπως το ονόμαζαν στα σπίτια τους στις 24 Δεκεμβρίου, θρησκευτική γιορτή του Αδάμ και της Εύας. Αρχικά κρεμούσαν πάνω του λεπτά μπισκότα (συμβόλιζαν την όστια, το χριστιανικό σύμβολο της σωτηρίας). Συχνά πρόσθεταν κεριά τα οποία συμβόλιζαν τον Χριστό. Κατά την περίοδο των Χριστουγέννων στο ίδιο δωμάτιο υπήρχε και η πυραμίδα των Χριστουγέννων, η οποία ήταν μια ξύλινη τριγωνική κατασκευή με ράφια, πάνω στην οποία τοποθετούσαν κλαδιά, κεριά και ένα αστέρι. Τον 16ο αιώνα είχε ήδη γίνει η συγχώνευση της πυραμίδας των Χριστουγέννων και του δέντρου του παραδείσου και έτσι προήλθε το δέντρο των Χριστουγέννων.
Απ΄ τους Προτεστάντες στους Άγγλους και από κει, στην… Κίνα!
Μέχρι τον 18ο αιώνα το έθιμο του χριστουγεννιάτικου δέντρου είχε επικρατήσει στο χώρο των Γερμανών Προτεσταντών και τον επόμενο αιώνα είχε γίνει πλέον παράδοση στην χώρα. Τον 19ο αιώνα εισήχθη στην Αγγλία και έγινε ευρύτερα γνωστό χάρη στις προσπάθειες του Γερμανού Πρίγκιπα Αλβέρτου, συζύγου της Βασίλισσας Βικτωρίας. Στο Βικτωριανό δέντρο κρεμούσαν διάφορα κεριά, γλυκά, ακόμα και κέικ, με κορδέλες και χάρτινες αλυσίδες. Τον 19ο αιώνα το Χριστουγεννιάτικο δέντρο γίνεται ιδιαίτερα δημοφιλή και στην Β. Αμερική και από εκεί μέσω των ιεραποστόλων καθιερώνεται στην Κίνα και την Ιαπωνία, όπου το στόλιζαν με περίπλοκα σχέδια από χαρτί. Στις 22 Δεκεμβρίου του 1822 ο Τόμας Έντισον στόλισε το πρώτο Χριστουγεννιάτικο δέντρο με λαμπιόνια που ο ίδιος είχε ανακαλύψει αντικαθιστώντας τα κεριά.
Στην Ελλάδα
Το πρώτο χριστουγεννιάτικο δέντρο στην Ελλάδα στολίστηκε το 1834 στην κατοικία του Όθωνα στο Ναύπλιο και συνεχίστηκε τα επόμενα χρόνια στο παλάτι των Αθηνών. Ενώ σε ελληνικό σπίτι το πρώτο χριστουγεννιάτικο δέντρο που στήθηκε ήταν στις 24 Δεκεμβρίου 1843 στο αρχοντικό του Ναξιώτη Ιωάννη Παπαρρηγόπουλου γενικού Προξένου της Ρωσίας